Δηλαδή μπορούν να επηρεάσουν την διάθεση και την συμπεριφορά των βρεφών τους με το γάλα τους.
Όπως υποστηρίζει η Katie Hinde, επίκουρος καθηγήτρια ανθρώπινης εξελικτικής βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, υπάρχουν πλέον όλο και περισσότερες ενδείξεις πως το δεν επηρεάζει μόνο την σωματική ανάπτυξη ενός μωρού αλλά και ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου του που διαμορφώνουν τα αισθήματα, τα κίνητρά του και ως εκ τούτου την συμπεριφορά του.
Για παράδειγμα, αν η τροφή είναι λιγοστή ή υπάρχουν αρπακτικά τριγύρω, είναι καλύτερο για μια μητέρα να έχει ένα μωρό ήρεμο και απορροφημένο να μεγαλώνει, παρά ένα υπερδραστήριο και παιχνιδιάρικο.
Αυτό, θεωρούν, επιτυγχάνεται μέσω του μητρικού γάλακτος και δη μέσω της σύστασής του, επηρεάζοντας τον εγκέφαλο του παιδιού και την συμπεριφορά του.
Τα επίπεδα δραστηριότητας του μωρού, εκτιμούν, δύναται να επηρεασθούν απλώς αλλάζοντας την σύσταση του γάλακτος το οποίο με την σειρά του επηρεάζει τα βακτήρια στο έντερό του.
Το μητρικό γάλα περιέχει άφθονα σάκχαρα τα οποία το μωρό δεν μπορεί μεν να χωνέψει, αλλά αυτά τρέφουν τα βακτήρια του μικροβιώματός του. Τα συγκεκριμένα σάκχαρα όμως κάνουν πολύ περισσότερα από αυτό: όπως έδειξαν δοκιμές σε ποντίκια και αρουραίους, τα εν λόγω σάκχαρα απελευθερώνουν χημικά σήματα που φθάνουν στον εγκέφαλο διαμορφώνοντας τα νεύρα.
Έτσι, τα σήματα που προέρχονται από τα βακτήρια στο έντερο παίζουν ρόλο στην διαμόρφωση του… ταπεραμέντου του μωρού, δηλαδή πόσο κοινωνικό και ανήσυχο είναι.
Πηγή: Iatropedia