H Ιστορία δύο πόλεων του Τσαρλς Ντίκενς περιγράφει έναν φλεγόμενο κόσμο χωρισμένο στα δύο. Το Παρίσι και το Λονδίνο κατά τη διάρκεια της αιματηρής και γεμάτης θηριωδίες Γαλλικής Επανάστασης.
Ύστερα από δεκαοκτώ χρόνια εγκλεισμού στη Βαστίλη, ο δόκτωρ Μανέτ ελευθερώνεται και επιστρέφει στο Λονδίνο, κοντά στην κόρη του Λούσι. Πατέρας και κόρη καλούνται στο δικαστήριο προκειμένου να καταθέσουν εναντίον ενός νεαρού Γάλλου αριστοκράτη, του Τσαρλς Ντάρνι, ο οποίος κατηγορείται, αδίκως, για προδοσία.
Κατά περίεργη σύμπτωση, ο Ντάρνι παρουσιάζει μια μυστηριώδη ομοιότητα με τον Σίντνι Κάρτον, τον βοηθό του δικηγόρου που ανέλαβε να τον υπερασπιστεί. Οι δύο άντρες τρέφουν τα ίδια τρυφερά αισθήματα για τη Λούσι Μανέτ, την κόρη του πρώην κατάδικου της Βαστίλης.
Από τους ήρεμους εξοχικούς δρόμους του Λονδίνου, τα τέσσερα κεντρικά πρόσωπα της ιστορίας οδηγούνται, παρά τη θέλησή τους, στους αιματοβαμμένους δρόμους του Παρισιού όπου κυριαρχούν οι κραυγές για εκδίκηση κατά τις ημέρες κορύφωσης της Γαλλικής Επανάστασης. Θα καταφέρουν να επιβιώσουν κάτω από τη φονική σκιά της γκιλοτίνας;
Σε ένα ταραχώδες ιστορικό υπόβαθρο εκτυλίσσεται μια μεγαλειώδης ιστορία τόλμης και αυτοθυσίας. Καθώς πόλεις καταστρέφονται και μεταμορφώνονται, και οι κυνικοί μετατρέπονται σε αλτρουιστές ήρωες, η πίστη στη ζωή και σε ένα καλύτερο μέλλον καθίσταται όχι μόνο δυνατή αλλά και αναγκαία.
Ο Τσαρλς Ντίκενς γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1812 στο Πόρτσμουθ της Νότιας Αγγλίας. Ήταν το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά του Τζον και της Ελίζαμπεθ Ντίκενς. Η οικογένεια μετακόμισε στο Λονδίνο το 1823. Οι σπατάλες και η άσωτη ζωή του πατέρα του οδήγησαν την οικογένεια σε οικονομικό αδιέξοδο και τον Τζον Ντίκενς στη φυλακή για χρέη. O νεαρός Ντίκενς αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να εργαστεί σε ένα εργοστάσιο βερνικιών. Οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά δύσκολες και επηρέασαν το συγγραφικό του έργο, ενώ αποτέλεσαν το θέμα του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος Δαβίδ Κόπερφιλντ (1849-1850). Στη συνέχεια ο Ντίκενς δούλεψε ως βοηθός σε δικηγορικό γραφείο. Το 1836 παντρεύεται την Κάθριν Χόγκαρθ, κόρη του ευυπόληπτου Σκοτσέζου δημοσιογράφου Τζορτζ Χόγκαρθ, με την οποία θα αποκτήσει δέκα παιδιά. Θα χωρίσουν 22 χρόνια αργότερα λόγω των εξωσυζυγικών περιπετειών του. Η πρώτη του μεγάλη λογοτεχνική επιτυχία άρχισε με την έκδοση σε συνέχειες του μυθιστορήματος Τα ντοκουμέντα της λέσχης Πίκγουικ (1836), καθιερώνοντας με αυτό τον τρόπο την κυκλοφορία των μυθιστορημάτων της βικτοριανής εποχής σε συνέχειες σε περιοδικά και εφημερίδες. Τα δύο επόμενα μυθιστορήματά του, Όλιβερ Τουίστ (1837-1838) και Νίκολας Νίκλεμπι (1838-1839), καταγράφουν τη θλιβερή καθημερινότητα του Λονδίνου και του Γιορκσάιρ, όπου βασιλεύει η εκμετάλλευση, η εγκληματικότητα και η διαφθορά. Το 1844 γράφει τη Χριστουγεννιάτικη ιστορία, ενώ ακολουθούν δύο ακόμα σπουδαία μυθιστορήματα Ο ζοφερός οίκος (1852-1853) και Μικρή Ντόριτ (1855-1857), τα οποία αποτελούν δριμύτατη κριτική στους βικτοριανούς θεσμούς. Τα επόμενα χρόνια δημοσιεύει δύο από τα πιο γνωστά μυθιστορήματά του, την επική Ιστορία των δύο πόλεων (1859), που εκτυλίσσεται στο Λονδίνο και το Παρίσι κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, και τις Μεγάλες προσδοκίες (1860-1861) με ήρωες τον ορφανό Πιπ και τη μυστηριώδη Εστέλα. Ο Ντίκενς εμφάνισε προβλήματα υγείας κατά τη δεκαετία του 1860 και η σωματική κόπωση των δημόσιων αναγνώσεων των βιβλίων του, τις οποίες άρχισε το 1858, επιτάχυναν την κατάπτωσή του, αν και στο Our Mutual Friend (1865) διατηρεί ορισμένα από τα καλύτερα στοιχεία της κωμικής του πλευράς. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, Το μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ, παρέμεινε ημιτελές καθώς πέθανε στις 9 Ιουνίου 1870. Ο θάνατός του προκάλεσε αισθητή λαϊκή συγκίνηση και θάφτηκε στη Γωνιά των Ποιητών στο Αβαείο του Ουέστμινστερ.
Οι Εκδόσεις Μίνωας με την κλασική σειρά –στην οποία εντάσσονται έργα μεγάλων συγγραφέων, όπως Βιρτζίνια Γουλφ, Φραντς Κάφκα, Φιόντορ Ντοστογέφσκι, Έρμαν Έσσε κ.ά.– έχει σαν στόχο να φτάσουν τα κλασσικά αυτά αριστουργήματα σε ένα πιο διευρυμένο αναγνωστικό κοινό έργα υψηλής συγγραφικής αξίας, χωρίς περικοπές, άρτια μεταφρασμένα, με σύγχρονη, λιτή και κομψή αισθητική.
Είναι υψίστης σημασίας τα έργα των κλασικών συγγραφέων να μεταφράζονται εκ νέου, σε νέες σύγχρονες μεταφράσεις και να επανεμφανίζονται με τους καλύτερους δυνατούς όρους.